ὑποκινεῖται

ὑποκινεῖται
ὑποκινέω
move softly
pres ind mp 3rd sg (attic epic)
ὑποκῑνεῖται , ὑποκινέω
move softly
pres ind mp 3rd sg (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κομφορμισμός — Η τάση του ατόμου να προσαρμόζεται στους ρυθμούς της ομάδας στην οποία ανήκει. Ο ρυθμός, αντίστοιχα, ορίζεται ως ο τύπος συμπεριφοράς που επικρατεί ευρύτατα μέσα σε μια δεδομένη ομάδα, όπου η μη τήρησή του συνεπάγεται κυρώσεις (παραδείγματος… …   Dictionary of Greek

  • ξενοκίνητος — η, ο αυτός που υποκινείται από ξένα κέντρα αποφάσεων, από υπηρεσίες, ομάδες ή άτομα άλλου κράτους («ξενοκίνητη δικτατορία»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + κινώ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”